Οι μεταρρυθμίσεις σε μια κρατικιστική χώρα συνδέονται με περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη; Και τι στάση πρέπει να τηρήσει απέναντι στην Ευρώπη ένα κόμμα που θέλει να εκπροσωπήσει το μεταρρυθμιστικό χώρο; Ερωτήματα που συζητήθηκαν στο πρόσφατο συνέδριο της Δράσης, με την παρουσία ενός Ευρωβουλευτή, του κ. Θεόδωρου Σκυλακάκη, καθώς και του τέως Πρωθυπουργού του Βελγίου και εκ των επικεφαλής του ALDE, κου. Guy Verhofstadt.
Το ερώτημα τίθεται σε μια χώρα, όπου τα αντιευρωπαϊκά αισθήματα πλέον είναι πολύ έντονα, καθώς στην Ευρωπαϊκή Ένωση χρεώνεται ότι δεν έκανε περισσότερα, για να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση. Η λαϊκιστική ρητορική, κατά την οποία η Ευρώπη σχεδόν οφείλει να εξαγοράσει το ελληνικό χρέος και να το χαρίσει, ήταν σε μεγάλη έξαρση μέχρι πρόσφατα. Δεν βοηθά και το ότι αποφάσεις για οριζόντιες περικοπές επίσης αποδίδονται εσφαλμένα στην Ευρώπη - και, φυσικά, δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι στην Ευρώπη οφείλονται πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που ξεβόλεψαν βολεμένες συντεχνίες.
Αποτέλεσμα αυτού του κλίματος είναι η Ευρώπη να είναι ο εύκολος λαϊκιστικός στόχος και οποιαδήποτε κριτική κατά αυτής να δίνει εύκολους πολιτικούς πόντους. Επίσης, η επισήμανση οποιασδήποτε αδυναμίας στις δομές ή τις λειτουργίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παρέχει αφορμές για εύκολα αιτήματα περί αποχωρήσεως από την Ευρώπη και την ευρωζώνη. Υπό αυτό το πρίσμα, επομένως, είναι σκόπιμη η κριτική απέναντι στην Ευρώπη από μεταρρυθμιστική σκοπιά, όταν υπάρχει το ενδεχόμενο να γίνει εκμετάλλευση αυτής με σκοπό τη λαϊκιστική καλλιέργεια ακόμη περισσότερων αντιευρωπαϊκών αισθημάτων;
Η απάντηση είναι ένα αναμφίβολο και ξεκάθαρο ναι. Αγαπάμε την Ευρώπη, κατ' αρχήν, σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τις αδυναμίες της, τις επισημαίνουμε και προσπαθούμε να τις διορθώσουμε. Δεν είναι μυστικό η υπερβολική κανονιστική δραστηριότητα των Βρυξελλών, ούτε το δημοκρατικό έλλειμμα. Ακόμη περισσότερο, γνωρίζουμε ότι πολλές φορές οι κανόνες παραβιάζονται για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας ή κακώς νοουμένης συνεννόησης. Δεν μπορούμε να υπερασπίσουμε αποτελεσματικά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αν δεν αναγνωρίζουμε κάτι που μπορεί πολύ εύκολα να μας επισημανθεί από τους αντιπάλους της Ευρώπης. Επίσης, δεν μπορούμε να εργασθούμε αποτελεσματικά για την ευρωπαική ολοκλήρωση, όσο δεν προσπαθούμε παράλληλα να διορθώσουμε τις αδυναμίες στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και, φυσικά, αυτή η στάση παρέχει σε μια μεταρρυθμιστική δύναμη τη μαρτυρία της αντικειμενικότητας. Μπορεί πολύ πιο εύκολα να προβληθούν οι μεταρρυθμιστικές πτυχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, μπορεί πολύ πιο πειστικά να τεθεί το ερώτημα: πόσες από τις μεταρρυθμίσεις της τελευταίας τριακονταετίας στη χώρα μας, από απελευθερώσεις μονοπωλίων μέχρι την ελεύθερη ραδιοφωνία και τηλεόραση, δεν οφείλονται στην Ευρώπη; Ή, εξ αντιδιαστολής: πού θα ήμασταν σήμερα, εάν δεν είχαμε ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα;
Έτσι, πρέπει να ασκούμε καλόπιστη κριτική στην Ευρώπη. Θα προβάλουμε πιο εύκολα το φιλοευρωοπαϊκό επιχείρημα, αλλά και θα βοηθήσουμε την Ευρώπη, ώστε να πλησιάσει περισσότερο σ' αυτό που ονειρευόμαστε να είναι.