Ο ευρωσκεπτικισμός δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο, κάθε άλλο. Η ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έχει τους αντιπάλους της από τα πρώτα βήματά της. Έχουμε ξεχάσει τη δυσκολία, με την οποία η Συνθήκη του Μάαστριχτ τελικώς συμφωνήθηκε (απόρριψη από το πρώτο δημοψήφισμα στη Δανία, αποδοχή με πολύ μικρή πλειοψηφία στο δημοψήφισμα της Γαλλίας, καθυστέρηση μέχρι την έκδοση απόφασης του γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου, ότι με τη Συνθήκη δεν θίγονται τα βασικά δικαιώματα που προστατεύει το γερμανικό Σύνταγμα). Έχουμε ξεχάσει ότι η Νορβηγία δύο φορές (το 1972 και το 1994) απέρριψε τη συμμετοχή της στην Ε.Ο.Κ. και την Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ στην Ελβετία, όταν τέθηκε το θέμα, το σχετικό δημοψήφισμα είχε ως αποτέλεσμα να μην ξεκινήσουν καν οι διαπραγματεύσεις. Πιο πρόσφατα, η Συνθήκη για ένα ευρωπαϊκο Σύνταγμα απορρίφθηκε από τη Γαλλία και την Ολλανδία με δημοψηφίσματα.
Όμως τον θυμηθήκαμε με αφορμή τα τεκταινόμενα στην Κύπρο, αλλά και τις δηλώσεις της κας. Marine Le Pen, που απευθύνθηκε στον κο. Beppe Grillo, ζητώντας να οργανωθούν οι ανά την Ευρώπη ευρωσκεπτικιστές. Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι λίγο πιο αμφίσημη, καθώς εκτός του ΚΚΕ, κανένα άλλο κόμμα δεν είναι επισήμως κατά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεσμικά. Οι αντιθέσεις τους εκδηλώνονται στις τρέχουσες πρακτικές και, ιδίως, σε ό,τι αφορά τους όρους του δανεισμού της χώρας μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως αυτοί διατυπώνονται στα διάφορα Μνημόνια. Στις σχετικές συζητήσεις συχνά εκδηλώνεται η απογοήτευση για την "έλλειψη αλληλεγγύης" μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών κρατών-μελών, η πεποίθηση ότι, για την ώρα τουλάχιστον, την Ευρώπη διαφεντεύει αποκλειστικά η Γερμανία, που επιθυμεί να επιβάλει ένα νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο.
Τα παραπάνω συνοψίζουν μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές ευρωσκεπτικισμού στη χώρα μας. Χαρακτηριστικά της μορφής αυτής: η πεποίθηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας μηχανισμός, για να προωθήσουν τα συμφέροντα των ισχυρών κρατών της Ευρώπης. Τα κράτη αυτά, ακόμη κι εάν συνεισφέρουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό πολύ περισσότερα από όσα λαμβάνουν, επιβάλλουν ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο, ένα άνοιγμα αγορών, για να προωθήσουν τις εξαγωγές τους, για ν' αποκτήσουν ένα οικονομικό Lebensraum. Θα ώφειλαν, ως αντιστάθμισμα των κερδών της εξαγωγικής τους βιομηχανίας, να ενισχύουν τα φτωχότερα κράτη (και, μεταξύ άλλων, για να έχουν τα χρήματα, ώστε να αγοράζουν τα προϊόντα τους!) - γι' αυτό και κακώς επιμένουν στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ταυτίζονται με τη λιτότητα. Πρόκειται για κριτική που προέρχεται κυρίως από την καθ' ημάς αριστερά και της οποίας οι εσωτερικές αντιφάσεις και οι άκριτες παραδοχές είναι εμφανείς. Είναι όμως μια κριτική, την οποία ο κ. Grillo προσυπογράφει.
Μια πιο παραδοσιακή κριτική, η οποία ακούγεται από πολιτικούς όπως η κα. Le Pen (και, παρ' ημίν, ο κος. Καρατζαφέρης), είναι ότι με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση χάνεται η έννοια του εθνικού κράτους, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η έννοια του έθνους. Το ότι, μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Ένωση καταπολεμά το ρατσισμό και οδηγεί, σύμφωνα με την κριτική αυτή, σε μια πολυ-πολιτισμική κοινότητα, η οποία δεν υπερασπίζεται καν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό (και το ευρωπαϊκό DNA, σύμφωνα με κάποιες από τις παραλλαγές της κριτικής αυτής), είναι για πολλούς απόδειξη ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι μια αντεθνική διαδικασία, κινημένη από κέντρα που θέλουν να καταστρέψουν τον Ελληνισμό (ή την αντίστοιχη εθνική ταυτότητα του κάθε θιασώτη της θεωρίας αυτής). Θεωρίες συνωμοσίας ενισχύονται ιδίως όταν η Ένωση νομοθετεί για προσωπικά δεδομένα ή επιβάλλει πρόστιμα για μη-τήρηση των κανόνων της για το περιβάλλον (και επιβάλλει και διάφορα φανταστικά νομοθετήματα για κατάργηση του ελληνικού αλφαβήτου).
Από εντελώς άλλην οπτική γωνία ασκείται κριτική και εκφράζονται αμφιβολίες για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στηριγμένες στη μεγέθυνση των οργάνων και των λειτουργιών της. Διαβλέπεται ο ρόλος της γιγαντωμένης ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, η συνεχής παραγωγή νέων διατάξεων και ρυθμιστικών επεμβάσεων, η συχνή επίκληση της ανάγκης για ομογενοποίηση των κανόνων της ενιαίας αγοράς ως πρόφαση για περισσότερους νομοθετικούς περιορισμούς στη λειτουργία της αγοράς. Η ειδικότερη φιλελεύθερη οπτική αυτής της κριτικής επικεντρώνεται στη δημιουργία ενός νέου πλαισίου ρυθμίσεων, καθαρά γραφειοκρατικής εμπνεύσεως, που συχνά αγνοούν και τοπικές συνθήκες ή ειδικές περιπτώσεις και έχουν ως αποτέλεσμα να πλήττεται η οικονομική ελευθερία των πολιτών. Τέλος, ο ελιτισμός που η γραφειοκρατία αυτή συχνά επιδεικνύει και το δημοκρατικό έλλειμμα στη λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών, η αποσύνδεση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης από την πραγματική βούληση των λαών, είναι σημαντικό στοιχείο κριτικής που μπορεί να καταλήξει στον ευρωσκεπτικισμό.
Πάντως, ανεξαρτήτως της προέλευσης της κριτικής, είναι πλέον σαφές ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, κατάληξη της οποίας για πολλούς είναι η ομοσπονδιοποίηση της Ευρώπης, δεν είναι ούτε αναπόφευκτη, οπωσδήποτε η επιθυμία γι' αυτήν δεν είναι πάνδημη και μερικές φορές αμφισβητείται εάν είναι καν πλειοψηφική. Αυτό είναι εύλογο σε μια χώρα, όπου δεν έχει εξηγηθεί η αναγκαιότητα και η χρησιμότητα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά η συμμετοχή στους ευρωπαϊκούς θεσμούς κρίνεται μόνο από την καθαρή εισροή χρημάτων στο πλαίσιο αγροτικών επιδοτήσεων ή διαρθρωτικών ταμείων και όπου οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι παρά μια δημοσκόπηση πολυτελείας.
Επόμενες αναρτήσεις θα ασχοληθούν με τις επιμέρους όψεις του ευρωσκεπτικισμού και τις απαντήσεις σ' αυτές. Έχει σημασία να τονισθούν τα οφέλη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν στην πορεία προς αυτήν. Ειδικά οι σοβαρότερες πτυχές της κριτικής οδηγούν σε σκέψεις και προτάσεις για σοβαρή αναμόρφωση, θεσμική και λειτουργική, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για μια συζήτηση που επηρεάζει τη ζωή μας πολύ περισσότερο από όσο φανταζόμαστε - κι ας φαίνονται πολύ μακρινές οι Βρυξέλλες.